A study about the limits of human boredom and unwillingness to do anything remotely interesting, or how i stopped worrying and fell in love with the couch.

One of these mornings

Είναι κάτι μέρες που ξυπνάς με πονοκέφαλο. Όχι ημικρανία, ούτε εκείνο το άλλο που μόλις κάνεις να κουνήσεις το κεφάλι σου σε χτυπάει κεραυνός εκεί πισω από το μάτι. Αυτό τον πονοκέφαλο που ρουφάει κάθε θέληση για ζωή από μέσα σου. Αυτός που σου θολώνει την όραση, σου σπάει τη διάθεση , αυξάνει την ευαισθησία σου στους ήχους και ορκίζομαι οτι με κάποιο μαγικό τρόπο αυξάνει την επίδραση της βαύτητας.

Κάτι τέτοιες μέρες σε ενοχλεί ο ήλιος αλλα σου τη δίνει και η μουντάδα. Κρυώνεις μέσα στο σπίτι και μόλις βγαίνεις έξω νιώθεις ότι σε ρίξανε σε σούπερ νόβα. Τα αυτία σου βουίζουν, τα μάτια σου καίνε, ο λαιμός σου θυμίζει παρατημένο χωράφι στη Νεβάδα, ακόυς σχεδον το δέρμα σου να γερνάει και το μόνο που θέλεις είναι να γυρίσεις στο κρεβάτι σου να κουλουριαστείς και να περιμένεις. Τον θάνατο ή τον ύπνο. Ότι από τα δύο έρθει πρώτο.

Κάπου εκεί, έρχεται ένα τραγούδι. Τόσο απλό και εύκολο στο άκουσμα. Τόσο απενοχοποιημένα χαρούμενο που σε κάνει να αρχίζεις να σκέφτεσαι πόσες πιθανότητες έχεις να εκραγεί το κεφάλι σου σε μια κόκκινη καρτουνίστικη μπάλα αν σηκώσεις λίγο το ποτενσιόμετρο. Τελικά το κάνεις αργά , σταθερά και αποφασιστικά, σαν να αφοπλίζεις την ποιο απλή βόμβα του κόσμου, βαλμενη απο τον ποιό ηλίθια στερεοτυπικό super villain στην πρωσοπική σου Χολυγουντιανή αποτυχια.

Μ΄ αυτά και μ αυτά μαζέυεις τη δύναμη που έχεις και βρίζοντας τη τύχη σου που δεν σ έκανε καλλιτέχνη ή ποδοσφαιριστή ή κάτι τέτοιο ώστε να μη χρειάζεται να διαβάσεις ποτέ. Διαβάζεις και χάνεις την ροή του χρόνου και αυτό το βάρος στο κεφάλι επιστρέφει. Αλλά επιμένεις και διαβάζεις.

Κάπου εκεί έρχεται ένας φίλος που έχεις να δεις καιρό. Αράζετε μαζί, συζητάτε, το ρίχνεται στη νοσταλγία και συνεχίζετε το διάβασμα. Το πέπλο μπροστά απο τα μάτια δεν έχει φύγει αλλα φαίνεται να μικραίνει. Το βαρος γίνεται μικρότερο λες και το μοιράζεστε. Πάτε και γράφεται και η μικρή επιτυχία του γεγονότος ότι για πρώτη φορά έγραψες βγάζει και τα τελευταία πέπλα και σηκώνει το υπόλοιπο βάρος με την ευκολία του Πύρου Δήμα που σήκωνε τετρακόσια εξηντα δύο κιλα και οχτακώσια γραμμάρια και χαμογέλαγε για τις κάμερες.

Βγαίνετε έξω, μιλάτε, γελάτε, φωνάζετε, τραγουδάτε μεθυσμένοι στο δρόμο. Είστε χαρούμενοι, ανέμελοι, βασιλιάδες ο καθένας του μικρού δικού του κοματιού παραδείσου. Και ας μη τα πας κάλα με τα καθεστώτα , έχει πλάκα να είσαι βασιλιάς. Έστω και στο κεφάλι σου. Γυρνάς σπίτι και κοιμάσαι.

Ξυπνάς με πονοκέφαλο. Φτιάχνεις καφέ ,καπνίζεις απο τα κομένα και ξαναρχίζεις διάβασμα.